Το ότι ο Αστακός θα ήταν μια από τις πιο καλογυρισμένες ταινίες των τελευταίων ετών ήταν μάλλον αναμενόμενο - φέρει άλλωστε την υπογραφή ενός από τους πιο ταλαντούχους σκηνοθέτες διεθνώς, αυτή τη στιγμή. Σκηνές όπως αυτή του πρώτου κυνηγιού (και ειδικά το εναρκτήριο πλάνο της εξόρμησης στο δάσος) θα (έπρεπε να) διδάσκονται σε λίγα χρόνια σε σχολές σκηνοθεσίας. Πέραν αυτού, η χρήση της μουσικής, πρωτότυπης και άλλης, είναι υποδειγματική όσο δεν πάει. Το χιούμορ είναι δαιμόνιο - σε αντίθεση με προηγούμενες ταινίες του διδύμου Λάνθιμου-Φιλίππου, αλλά και του υπόλοιπου ρεύματος που ονομάστηκε Greek Weird Wave, όπου τις περισσότερες φορές είναι μάλλον αποτυχημένο, κατά τη γνώμη μου -, με σκηνές όπως η διασκευή του Something's Gotten Hold of My Heart ή η επίδειξη του τι παθαίνει ένας άντρας όταν τρώει μόνος ή αυτή με την Παπούλια στο τζακούζι να προκαλούν, κατά το κοινώς λεγόμενο, "άφθονο γέλιο". Οι ερμηνείες της Rachel Weisz και της Léa Seydoux ξεχωρίζουν χάρη στη λιτότητα και την εσωτερικότητά τους (σε αντίθεση, π.χ. με την Αγγελική Παπούλια, που, παρά το πολύ έντονο, πολύ αποτελεσματικό βλέμμα της, συνεχίζει να παίζει "λανθιμικά" και, ακόμα χειρότερα, με μια πολύ κακή προφορά, ξεστομίζοντας τις λέξεις βιαστικά και σχεδόν ακατάληπτα). Μετά το πρώτο εικοσάλεπτο - παραβλέποντας αυτή τη σεναριακή μανιέρα με τις μικρομεγαλίστικες ατάκες των πρωταγωνιστών τύπου "Έχεις χορέψει ποτέ;", και τη συνεχή και εκνευριστικά ακριβή παράθεση άχρηστων πληροφοριών εν είδει ψιλοκουβέντας - η ιστορία απογειώνεται και γίνεται όλο και πιο πολυεπίπεδη, ενδιαφέρουσα, συγκινητική, ενίοτε συναρπαστική, με στοιχεία χιούμορ, σασπένς και τρυφερότητας μεταξύ των πρωταγωνιστών.
Και τώρα, το μεγάλο αλλά: έχοντας αφιερώσει τόσο κόπο για να αφηγηθούν - με αξιοζήλευτη τεχνική, ειδικά στο σκηνοθετικό κομμάτι - μια ιστορία πολυεπίπεδη όσον αφορά τις δράσεις, έξυπνη, που να ρέει όχι απλώς ευχάριστα αλλά σχεδόν συναρπαστικά, οι Λάνθιμος-Φιλίππου έχουν ξεχάσει - παραλείψει - να εμπλουτίσουν την ταινία τους με αυτό ακριβώς για το οποίο διαφημίζεται από τη στιγμή που πρωτοπαίχτηκε στις Κάννες: το στοχασμό πάνω στη φύση του έρωτα. Τα ερωτήματα που λέγεται πως θέτει ο Αστακός δεν τίθενται ποτέ. Όλο αυτό το περιτύλιγμα με το δυστοπικό περιβάλλον, το ξενοδοχείο και το δάσος, παρότι ευρηματικότατο και πάρα πολύ ωραία δοσμένο, δεν λειτουργεί σαν τίποτα άλλο παρά σαν μια αφετηρία για την αφήγηση μιας ερωτικής ιστορίας, πρωτότυπης μεν, αλλά εν τέλει απλούστατης. Για μια ακόμα φορά, η μορφή υπερισχύει του περιεχομένου. Όσο για το πολυδιαφημισμένο ανοιχτό φινάλε, είναι τόσο ανούσιο όσο και το δίλημμα που τίθεται ακριβώς πριν από αυτό - η ιστορία θα μπορούσε να έχει τελειώσει λίγα λεπτά νωρίτερα (αν και καταλαβαίνω πως έτσι θα έχανε κάμποσο από το σασπένς της).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου